Το ινομύωμα ή αλλιώς λειομύωμα (uterine fibroid), αποτελεί καλοήθη όγκο της μήτρας και είναι από τους πιο συχνούς καλοήθεις όγκους της μήτρας και των γεννητικών οργάνων των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας (20-50% γυναικών εμφανίζουν ινομυώματα).

Τα ινομυώματα φαίνεται να τα δημιουργεί ο ίδιος μας ο οργανισμός. Σε ποσοστό 40-50% υπάρχει κάποιο γενετική προδιάθεση που βρίσκεται γραμμένη στα γονίδιά μας η οποία δημιουργεί τα ινομυώματα και καθορίζει και την ταχύτητα ανάπτυξης τους.

Συγκεκριμένα, αυτή η συμπαγής, σκληρή μάζα, σφαιρικού σχήματος, ενδέχεται να εμφανιστεί είτε μέσα στο σώμα της μήτρας (ενδομήτριο), ή στην εξωτερική της επιφάνεια (περιμήτριο), στον τράχηλο ή να κρέμεται από έναν μίσχο.

Το ινομύωμα που υπάρχει μέσα στο εσωτερικό της μήτρας, λέγεται υποβλεννογόνιο, στο τοίχωμά της λέγεται ενδοτοιχωματικό και στην εξωτερική της επιφάνεια, υπορρογόνιο. Το μέγεθός του ποικίλει (από πολύ λίγα εκατοστά, στο μέγεθος μίας φακής έως και αρκετά μεγάλο, στο μέγεθος ενός μικρού καρπουζιού).

Αποτελείται από ίνες κολλαγόνου και από λείες μυϊκές ίνες του τοιχώματος της μήτρας, εξού και η ονομασία του: ινο-μύ-ωμα. Πολύ σπάνια μπορούν να εξελιχθεί σε κακοήθης όγκος.

Συνήθως εμφανίζεται σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας (συνήθως 30-35 ετών), ενώ υποστρέφει-συρρικνώνεται και εξαφανίζεται στην εμμηνόπαυση, λόγω του μειωμένου αριθμού των οιστρογόνων. Αυτό σημαίνει πως, δυστυχώς, το ινομύωμα σχετίζεται με τα επίπεδα των ορμονών, δηλαδή, ακόμη και έπειτα από χειρουργική αφαίρεση ή φαρμακευτική αγωγή, δεν αποκλείεται η πιθανότητα επανεμφάνισής του.

Ένα ινομύωμα μπορεί να δημιουργεί καθόλου έως ελάχιστα συμπτώματα, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του (αριθμός ινομυωμάτων, μέγεθος και ανατομική θέση στην μήτρα). Για παράδειγμα, ένα ενδομήτριο ινομύωμα δημιουργεί, συνήθως, υπογονιμότητα και μηνορραγία (κατάσταση κατά την οποία στην έμμηνο ρύση, η αιμορραγία είναι ασυνήθιστα βαριά ή παρατεταμένη).

Γενικότερα, τα πιο συχνά συμπτώματα που προκαλούνται από ινομυώματα, είναι:

-Βαριές και παρατεταμένης διάρκειας περίοδοι, με πήγματα και κατά συνέπεια αναιμία, εύκολη κόπωση, ζαλάδα, νωθρότητα: τα ινομυώματα βρίσκονται στο εσωτερικό της μήτρας και την εμποδίζουν να συσπαστεί αποτελεσματικά κατά το τέλος της περιόδου.
-Μία βαθιά ενόχληση ή αίσθημα βάρους στο κάτω μέρος της κοιλιάς και της πλάτης.
-Υπογονιμότητα: τα ινομυώματα, ακόμα και μικρά σε μέγεθος, όταν ασκούν πίεση ή παραμορφώνουν την είσοδο της μήτρας (τράχηλος) ή τα στόμια των σαλπίγγων, εμποδίζουν την ομαλή δίοδο του σπέρματος προς τις σάλπιγγες όπου εκεί συμβαίνει η γονιμοποίηση.
-Δυσκοιλιότητα, συχνουρία, συχνές ουρολοιμώξεις, ακράτεια ούρων: τα μεγάλα συνήθως σε μέγεθος ινομυώματα, ασκούν πίεση στην ουροδόχο κύστη και στο ορθό αν πιέζει το παχύ έντερο, που βρίσκονται σε άμεση επαφή με τη μήτρα, εμποδίζοντας την πλήρη διάτασή της και την ομαλή λειτουργία της.
-Αποβολές πρώτου τριμήνου κύησης: τα ινομυώματα που συνήθως καταλαμβάνουν χώρο στην κοιλότητα της μήτρας (ενδομήτριο), εμποδίζουν την ομαλή εμφύτευση του εμβρύου στην εσωτερική επιφάνεια της μήτρας.
-Κοιλιακά άλγη, τυχαίες στιγμές ή κατά την διάρκεια της σεξουαλικής επαφής, συνήθως σταδιακής έναρξης και με διαλείποντα ή συνεχή χαρακτήρα: τα ινομυώματα, λόγω μεγέθους προκαλούν την αίσθηση βάρους, ενώ λόγω ανεπαρκούς αιματώσεώς τους προκαλούν ισχαιμικούς πόνους παρόμοιους με αυτούς που προκαλεί η καρδία κατά το έμφραγμα του μυοκαρδίου.

Η διάγνωση των ινομυωμάτων συνήθως συμβαίνει τυχαία, κατά τη διάρκεια της προληπτικής γυναικολογικής εξέτασης, στον ενδοκολπικό υπέρηχο. Η αντιμετώπιση των ινομυωμάτων καθορίζεται από την θέση, το μέγεθος, την συμπτωματολογία και την ηλικία της γυναίκας. Συνήθως αποφασίζεται εκπυρήνιση (δηλ. αφαίρεσή τους).

Η εκπυρήνιση γίνεται λαπαροτομικά, λαπαροσκοπικά ή υστεροσκοπικά. Σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας που έχουν ολοκληρώσει το αναπαραγωγικό τους έργο συνήθως αφαιρούνται όλα τα γυναικολογικά όργανα με ολική υστερεκτομή με τα εξαρτήματα (σάλπιγγες-ωοθήκες).

Η γυναίκα μπορεί να ξεκινήσει τις προσπάθειες να κυοφορήσει 6 μήνες μετά από χειρουργική η λαπαροσκοπική αφαίρεση του ινομυώματος. Η έκβαση της κύησης όταν υπάρχει ινομύωμα ή ινομυώματα, συνήθως, είναι ομαλή. Αν γίνει η διάγνωση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, η αντιμετώπιση περιορίζεται μόνο στην παρακολούθηση. Σπανίως, αν είναι μεγάλα, μπορεί να προκαλέσουν αιμορραγία κατά τη διάρκεια της κύησης ή μετά τον τοκετό.

Συνήθως, όταν αφαιρούνται τοιχωματικά ινομυώματα μεγαλύτερα από 4-5 εκατοστά, σωστό είναι ο τοκετός να γίνεται με την μέθοδο της καισαρικής τομής. Εξαίρεση αποτελούν τα υποορογόνια ή μισχωτά ινομυώματα, δηλαδή εκτός μήτρας, όπου δε χρειάζεται να κοπεί το μυϊκό τοίχωμα της μήτρας.

Τα ινομυώματα αφαιρούνται πριν από την κύηση:

-Λόγω μεγέθους, όταν παραμορφώνουν την ενδομήτρια κοιλότητα.
-Όταν προβάλλουν μέσα στην κοιλότητα του ενδομητρίου.
-Αν η γυναίκα είχε προηγούμενες αποβολές.
-Αν η γυναίκα έχει στο ιστορικό της αποτυχημένες προσπάθειες με εξωσωματική γονιμοποίηση.
-Αν είναι πάνω από 3-5 σε αριθμό και διαταράσσουν την αρχιτεκτονική του τοιχώματος της μήτρας (μυομήτριο).